Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Αυτοβιογραφικο Σημειωμα

Μαρούλα Κλιάφα

Την πρώτη φορά που με κάλεσαν σε σχολείο ήταν στη Λάρισα. Μόλις μπήκα στην τάξη μια κοπελίτσα γύρω στα έντεκα με ρώτησε: «Είστε κανονική συγγραφέας;» Προς στιγμή τα έχασα αλλά γρήγορα βρήκα την ψυχραιμία μου και την διαβεβαίωσα πως «ναι, είμαι κανονική συγγραφέας». «Δεν μοιάζετε όμως» είπε μια φωνή από το βάθος της αίθουσας. Τα παιδιά ξέσπασαν σε γέλια. «Σιωπή!» φώναξε αυστηρά ο δάσκαλος και με κοίταξε ανήσυχος. Αποφάσισα να παίξω το παιχνίδι τους. «Αλήθεια, πώς φαντάζεστε έναν κανονικό συγγραφέα;» ρώτησα. Στην αίθουσα έπεσε βουβαμάρα. Κατάλαβα πως τους είχα αιφνιδιάσει. «Λοιπόν; Πώς τον φαντάζεστε;» ξανάπα προκλητικά.

Ένα αγόρι από το πρώτο θρανίο σήκωσε το χέρι του. «Τον φαντάζομαι γέρο με γυαλιά και φαλάκρα», είπε. «Έχει και καμπούρα», φώναξε κάποιος από τη γαλαρία. Πάλι ακούστηκαν μερικά πνιχτά γελάκια. «Το σπίτι του είναι γεμάτο από βιβλία», είπε ένα τρίτος. «Πηγαίνει κάθε μέρα στο δάσος για να βρει έμπνευση», συμπλήρωσε ένας άλλος.

Με εντυπωσίασαν τόσο πολύ οι γεμάτες φρεσκάδα απαντήσεις εκείνων των παιδιών που μόλις γύρισα στο σπίτι μου πήγα και στάθηκα μπροστά στον καθρέπτη μου. «Έχουν δίκιο τα παιδιά, δεν μοιάζω καθόλου με κανονική συγγραφέα», είπα μέσα μου. Ξαφνικά είχα χάσει την αυτοπεποίθησή μου.

Από τότε έχουν περάσει σαράντα ολόκληρα χρόνια.

Ξαναθυμήθηκα την ιστορία αυτή μόλις προχθές. Καθώς ντυνόμουνα για να επισκεφτώ ακόμα ένα σχολείο, τα μάτια μου έπεσαν στον καθρέπτη. Με έκπληξη είδα τότε μια γυναίκα με γκρίζα μαλλιά που όταν γράφει και διαβάζει φοράει γυαλιά και όπου να ’ναι θα αποκτήσει και μια μικρή καμπούρα. Χαμογέλασα ευχαριστημένη. «Ωραία, αρχίζεις επιτέλους να μοιάζεις με κανονική συγγραφέα», είπα στον εαυτό μου.

Ύστερα καβάλησα το ποδήλατό μου - εδώ και εβδομήντα χρόνια είμαι φανατική ποδηλάτισσα - και πήγα στο γυμνάσιο που με είχαν καλέσει για να συζητήσω με τους μαθητές - μέλη της Σχολικής Λέσχης ανάγνωσης - το μυθιστόρημα που έχει έναν τίτλο μακρύ σαν σιδηρόδρομο. Το λένε «Ο δρόμος για τον παράδεισο είναι μακρύς». Προσέξετε, γιατί μπορεί να την πατήσετε. Ο τίτλος είναι παραπλανητικός. Το βιβλίο δεν μιλάει για τον παράδεισο των ουρανών αλλά για τα προβλήματα των μεταναστών και των ανθρώπων με ειδικές ανάγκες.

Εντάξει το παραδέχομαι. Τα βιβλία μου δεν είναι πλακατζίδικα. Τα θέματα που θίγω είναι κυρίως κοινωνικά: Η αγροτική επανάσταση, ο ρατσισμός, η μετανάστευση, η ξενοφοβία, η βία στα σχολεία…

Αυτό, το να γράφω δηλαδή για σύγχρονα θέματα, νομίζω πως οφείλεται 1) στο ότι έχω σπουδάσει δημοσιογραφία και 2) στο ότι ζω με τον άντρα μου και τα δυο μας αγόρια στα Τρίκαλα, σε μια επαρχιακή πόλη που σου επιτρέπει να βλέπεις και να παρατηρείς αυτά που συμβαίνουν γύρω σου.

Βέβαια, εκτός από τα επτά μυθιστορήματα για εφήβους και ένα για ενήλικες, έχω εκδώσει τρεις συλλογές με λαϊκά παραμύθια, ένα βιβλίο με παραδοσιακά παιχνίδια και λαχνίσματα που το έκανα μαζί με τη Ζωή Βαλάση, μια συλλογή με μύθους και θρύλους της Θεσσαλίας και μερικά λευκώματα.

Η τρίτη μεγάλη μου αγάπη είναι η τοπική ιστορία.

Επειδή είμαι παιδί του πολέμου - γεννήθηκα στα Τρίκαλα το 1937- δηλαδή τρία χρόνια πριν ξεσπάσει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, έχω ζήσει από κοντά πολύ σπουδαία γεγονότα. Όμως, όταν είσαι παιδί όλα σου φαίνονται συναρπαστικά. Για παράδειγμα θυμάμαι σαν μια ωραία περιπέτεια τη μέρα που άρχισε να χτυπάει η σειρήνα κι εμείς, οικογενειακώς, εγκαταλείψαμε το σπίτι μας και καταφύγαμε σε ένα κοντινό χωριό για να γλυτώσουμε από τις βόμβες που έριχναν τα γερμανικά αεροπλάνα. Εκεί ζήσαμε μια ολόκληρη εβδομάδα μέσα σε μια στρούγκα, μαζί με τα πρόβατα. Ε, μη μου πείτε πως δεν είναι μοναδική εμπειρία το να κοιμάσαι κάτω από τον έναστρο ουρανό, αγκαλιά με ένα άσπρο αρνάκι.

Επειδή λοιπόν έζησα ως παιδί την Ιταλογερμανική κατοχή και τον εμφύλιο, είδα απαγχονίσεις πατριωτών, κομμένα κεφάλια και ένα σωρό φρικτά πράματα, ήταν φυσικό όταν μεγάλωσα να θελήσω να μάθω περισσότερα γι’ αυτήν την ιστορική περίοδο. Άρχισα λοιπόν να διαβάζω διάφορα ιστορικά βιβλία, να μελετάω και αποδελτιώνω τις εφημερίδες της εποχής εκείνης και να μαζεύω μαρτυρίες και παλιές φωτογραφίες. Με το υλικό αυτό έφτιαξα ένα λεύκωμα για τη Θεσσαλία που βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και στη συνέχεια έγραψα ένα τρίτομο έργο που έχει για θέμα του την ιστορία της πόλης των Τρικάλων από το 1881, δηλαδή από τότε που έφυγαν από τη Θεσσαλία οι Τούρκοι, ως το 1960.

Αν ήμουνα ζωγράφος και έφτιαχνα την αυτοπροσωπογραφία μου σίγουρα πέρα από το οβάλ πρόσωπο, τα καστανά μάτια και τα κοντά, σχεδόν αγορίστικα κομμένα μαλλιά μου, θα έβαζα στο πορτρέτο μου και κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Όμως δεν είμαι ζωγράφος αλλά συγγραφέας. Έτσι αντί να ζωγραφίσω το πορτρέτο μου με χρώματα θα βάλω τις τελευταίες πινελιές με λέξεις. Λοιπόν. Τα πρωινά είμαι νοικοκυρά. Ψωνίζω, μαγειρεύω και κάνω όλα τα σχετικά, ακούγοντας το τρίτο πρόγραμμα στο ραδιόφωνο. Όταν δεν γράφω κάποιο μυθιστόρημα ή μελέτη διαβάζω. Όπου και να πάω έχω ένα βιβλίο στην τσάντα μου. Μου αρέσουν τα ταξίδια, ο καλός κινηματογράφος και τα παλιά ρεμπέτικα τραγούδια (συμπατριώτισσα γαρ του Τσιτσάνη και του Καλδάρα). Εξακολουθώ να συλλέγω παλιές φωτογραφίες και να μαγνητοφωνώ προσωπικές μαρτυρίες. Απεχθάνομαι το κάπνισμα, το τσιφτετέλι, τον ετοιματζίδικο καφέ και τη φλυαρία της τηλεόρασης.